- παρένταξις
- παρένταξιςinsertionfem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
παρένταξις — άξεως, ἡ, Α [παρεντάττω / παρεντάσσω] 1. παρεμβολή, παρενθήκη, προσθήκη ανάμεσα σε κάτι 2. (για ελαφρώς οπλισμένα στρατεύματα) η παρεμβολή μεταξύ οπλιτών … Dictionary of Greek
παρεντάξεις — παρένταξις insertion fem nom/voc pl (attic epic) παρένταξις insertion fem nom/acc pl (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παρένταξιν — παρένταξις insertion fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πρόταξη — η / πρόταξις, άξεως, ΝΑ [προτάσσω] 1. η πράξη και το αποτέλεσμα τού προτάσσω, η τοποθέτηση μπροστά («ζήτησαν πρόταξη τής δίκης») 2. η παράταξη τών στρατιωτών στην πρώτη γραμμή τής μάχης νεοελλ. γραμμ. 1. το να βρίσκεται ένα φωνήεν μπροστά από… … Dictionary of Greek
παρεντάξεως — παρεντάξεω̆ς , παρένταξις insertion fem gen sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)